Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου (Φωτογραφία: Δημήτρης Σωτηρόπουλος)
Μία ακόμα αποστομωτική απάντηση σε όσους αμφισβητούν την τεράστια συμβολή του Ορθόδοξου Κλήρου στην Επανάσταση του 1821, αποτελεί και η Μάχη του Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων, όπου λίγες εκατοντάδες μοναχών μαζί με ελάχιστους οπλισμένους αγωνιστές, κατάφεραν να αποκρούσουν την επίθεση πολλαπλάσιων Τουρκοαιγυπτίων και εγχώριων προσκυνημένων, υπό την ηγεσία του Ιμπραήμ και την προδοτική καθοδήγηση του Νενέκου.
Οι επιστολές του Αιγυπτίου Πασά και του Ηγουμένου Δαμασκηνού διασώζονται, ενώ ο Φωτάκος, Υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, περιγράφει με γλαφυρότητα τους καλόγερους που πολεμούσαν τους υπεράριθμους εχθρούς:....
Ο Ιμπραήμ πριν επιτεθεί εναντίον της Μονής, και
γνωρίζοντας πόσο δύσκολο θα ήταν να την
καταλάβει με πόλεμο παρά τη μεγάλη υπεροχή του σε
στρατό, επιχείρησε να δελεάσει τους μοναχούς,
προτείνοντάς τους να υποταχθούν οικειοθελώς,
ώστε να αποφευχθεί η επίθεση. Για το σκοπό αυτό
έστειλε στο μοναστήρι τον αρχιγραμματέα του Σάμη
του Σιέχ Νεντσίπ με το εξής γράμμα:
«Ο υψηλότατος αυθέντης μας, ως ένθερμος
υπερασπιστής των Παλαιών Βακουφίων (ιερών
καταστημάτων), επιθυμών πάντοτε και να μη
χύνωνται αίματα, μηδέ να καταστρέφωνται πόλεις
και χωριά, και τοιαύτα μάλιστα βακούφια καθώς το
ιδικόν σας, κατά προσταγήν της υψηλότητός του σας
γράφω, να γνωρίσετε το μεχαρμέτι του (ευσπλαχνίαν
του) και την απόφασίν του πραγματικώς, να έλθετε
εδώ εις Καλάβρυτα δύω εκ των προκρίτων
ρουχπανίδων (καλογήρων), να δώσετε την υποταγήν
και το ραγιαλίκι σας εις την υψηλότητά του, και
σας υπόσχεται μεγάλα χαρίσματα εις το βακούφι
σας και πολλάς τιμάς θέλει διπλασιάσει και τα
χαρίσματά του από όσα σας είχεν ο κραταιός
Σουλτάνος. Και όλα ταύτα σας τα υπόσχομαι από
μέρους της υψηλότητός του, και αν ήθελε να σας
απατήσω να είμαι αρνητής του Μωαμέτη και του
Αλκορανίου, να είμαι άτιμος, και η κατάρα του
αγιωτάτου πατρός μου Σιέχ Νεντσίπ εφέντη να
καταδικάζη δια παντός και εμένα και όλην την
οικογένειά μου ει δε και σταθήτε εις την ανοησίαν
και απάτην των Κοτσιαμπάσηδων και των κλεπτών,
και σεις θέλει αφανισθήτε και το βακούφι, και η
Υψηλότης του να είναι αμέτοχος από αμαρτίας, και
σεις δόσετε λόγον εις τον Θεόν.
19 Ιουνίου 1827»
Στις 21 Ιουνίου, ο Ιμπραήμ αναγκάστηκε να
στείλει άλλη επιστολή προς το Μέγα Σπήλαιο,
προσπαθώντας με απειλές να «συνετίσει» τους
μοναχούς. Η επιστολή έχει ως εξής:
«Ευγενέστατε ηγούμενε και επίλοιποι παπάδες
και καλόγεροι Μεγάλου Σπηλαίου.
Σας σημειώνω ότι είμεθα φερμένοι με τον
υψηλότατον Ιμβραήμ Πασάν αφέντη μας εις κάμπον
Καλαβρύτων εδώ και τέσσαρες ημέρες προτηνότερα
και έχομεν μεγάλας ορδινίας και ετοιμασίας δια
την πολιορκίαν μοναστηρίου Μεγάλου Σπηλαίου. Και
ως τάχυ προσμένομεν να μας έλθουν και τόπια και
αι μπόμπες και αρκετά σύνεργα δια μήνες και
έπειτα από μία ή και δύο ημέρας να ρίξωμεν τα
ορδιά μας περί πολιορκίας του μοναστηρίου, εις
αυτά τα μέρη δια τούτο σας φανερώνω ότι να
λυπηθήτε το μοναστήρι σας να μην τύχη και χαλάση
και ο,τι εις τον άλλον καιρόν δεν εχάλασε μην τύχη
και χαλάση: και τώρα μάλιστα οι πλέον άγνωστοι (οι
αμαθέστεροι) από λόγου σας ήρθαν και
προσεκύνησαν τον αφέντη μας και εγλύτωσαν τα
χωριά τους και τόσον λαό και την ζωήν τους και το
πράγμα τους. Λοιπόν του λόγου σας είσθε
γνωστικότεροι από εκείνους και θέλει στοχασθήτε
το κάθε πράγμα καλλίτερα. Παρά πάνω δεν σας γράφω,
θέλει πληροφορηθήτε και από το γράμμα του φίλου
μου του Φωτήλα, θέλει σας συμβουλεύση ο ίδιος.
Ηγούμενε, θέλει στοχαστής ετούτο το κίνημα των
Ρωμαίων δεν θέλει εύγει σε κεφάλι. Λοιπόν σαν
φρόνιμος οπού είσαι στοχάσου βαθειά πως δεν
ευρίσκεις καλό τέλος και θα είσαι νικημένος
θέλεις εξεύρη ότι αυτό όπου σας γράφω, το γράφω με
του υψηλοτάτου αφέντη μας τον ορισμόν και να με
αποκριθήτε εις τα όσα σας γράφω.
Σάμη Εφέντης.
τη 21 Ιουνίου 1827
Σεγνεζτίπ εφέντης (Τ.Σ.)»
Οι πατέρες, αφού συσκέφθηκαν, συνέταξαν την
ακόλουθη επιστολή, την οποία έστειλαν στον
αρχηγό των αντιπάλων:
«Υψηλότατε αρχηγέ των Οθωμανικών αρμάτων,
χαίρε.
Ελάβαμεν το γράμμα σου και είδομεν τα όσα
γράφεις, ηξεύρομεν πως είσαι εις τον κάμπον των
Καλαβρύτων πολλάς ημέρας και ότι έχεις όλα τα
μέσα του πολέμου. Ημείς δια να προσκυνήσωμεν
είναι αδύνατον, διότι είμεθα ορκισμένοι εις την
πίστιν μας, ή να ελευθερωθώμεν ή να αποθάνωμεν
πολεμούντες και κατά το αΐνι μας δεν γίνεται να
χαλάση ο ιερός όρκος της πατρίδος μας. Σε
συμβουλεύουμε όμως να υπάγης να πολεμήσης σε
άλλα μέρη, διότι, αν έλθης εδώ να μας πολεμήσης
και μας νικήσης, δεν είναι μεγάλον κακόν, διότι θα
νικήσης παπάδες, αν όμως νικηθής, το οποίον
ελπίζομεν άφευκτα, με την δύναμιν του Θεού, διότι
έχομεν και θέσιν δυνατήν και θα είναι εντροπή σας
και τότε οι Έλληνες θα εγκαρδιωθούν και θα σε
κυνηγούν πανταχού. Ταύτα σε συμβουλεύομεν και
ημείς, κάμε ως γνωστικός το συμφέρον σου, έχομεν
και γράμματα από την βουλήν και από τον
αρχιστράτηγον Θεόδωρον Κολοκοτρώνην, ότι εις
πάσαν περίπτωσιν πολλήν βοήθειαν θα μας στείλη,
παλληκάρια και τροφάς και ότι ή θα ελευθερωθώμεν
τάχιστα ή θα αποθάνωμεν κατά τον ιερόν όρκον της
Πατρίδος μας.
ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
Ο ηγούμενος και συν εμοί παπάδες και καλόγεροι
τη 22 Ιουνίου 1827, Μέγα Σπήλαιον»
Μετά απ' αυτή την αποφασιστική απάντηση των
πατέρων όλα ήταν έτοιμα για την κρίσιμη
αναμέτρηση. Ο Ιμπραήμ είχε 15.000 άνδρες και με το
στρατό του Δελή Αχμέτ ο αριθμός των επιτιθεμένων
έφθανε τους 20.000 μαχητές. Πρέπει να
σημειωθεί ότι στο πλευρό του Ιμπραήμ πολεμούσαν
περίπου δυό χιλιάδες ένοπλοι προσκυνημένοι
Έλληνες με επικεφαλής τον Νενέκο. Η βοήθειά τους
στο τουρκικό στρατόπεδο ήταν καθοριστική, γιατί
γνώριζαν καλά την τοπογραφία και τα ευπαθή
σημεία της περιοχής.
Την παραμονή της επίθεσης ο Ιμπραήμ
εμφανίστηκε πάνω από το χωριό Ζαχλωρού,
συνοδευόμενος από πολλούς έφιππους και πεζούς.
Από κει ο φοβερός στρατάρχης ατένιζε το
μοναστήρι. Κατόπιν ζήτησε από τους τεχνικούς του
να σχεδιάσουν την τοπογραφία του στόχου. Όσοι
ήταν στο μοναστήρι βγήκαν έξω και αγνάντευαν τον
εχθρό να μηχανεύεται την επικείμενη πολιορκία. Ο
Φωτάκος μάλιστα, χρησιμοποιώντας τηλεσκόπιο,
κατάφερε να διακρίνει και τα χαρακτηριστικά του
προσώπου του Ιμπραήμ.
Οι πολυπληθείς τουρκοαιγυπτιακές δυνάμεις
ξεκίνησαν εναντίον του Μεγάλου Σπηλαίου τα
ξημερώματα της 24ης Ιουνίου. Χωρίς μεγάλη
δυσκολία ο εχθρός καταλαμβάνει τον Ψηλό Σταυρό,
ένα ευαίσθητο σημείο νοτιοανατολικά της Μονής,
απ' όπου θα εκδηλωνόταν η κύρια επιθετική
προσπάθειά του. Αυτό το σημείο πιθανώτατα
αποτελεί και το στρατηγείο του Ιμπραήμ. Έτσι
αποκλείεται η Μονή από το βορρά, κατόπιν
καταλαμβάνει τα μονοπάτια που οδηγούν από το Μ.
Σπήλαιο στη Βρώσθαινα και λεηλατεί τους
συνοικισμούς Άνω Διακοφτού.
Από την πλευρά των αμυνομένων, ο αρχηγός
Νικόλαος Πετμεζάς, με ορμητήριο τους Αγίους
Πάντες, 150 μέτρα νότια της Μονής, γνωρίζοντας τα
από αμυντική άποψη ευπαθή σημεία, ρίχνει το
μεγαλύτερο βάρος στο Καμένο Αλώνι και την
Πανηγυρίστρα. Ο Φωτάκος αναλαμβάνει την
υπεράσπιση της Κισσωτής, ενώ στον Γκολφίνο
Πετμεζά ανατίθεται η υπεράσπιση του πολυώροφου
πύργου.
Πριν αρχίσει η μάχη, ο Φωτάκος μας
περιγράφει το συγκλονιστικό θέαμα που
παρουσίαζε η εμφάνιση των ετοιμοπόλεμων
μεγαλοσπηλαιωτών μοναχών: «...έξαφνα βλέπω να
εξέρχωνται από το μοναστήριον, ο εις κατόπιν του
άλλου μοναχοί ήσαν δε όλοι όταν εξήλθον έως
εκατόν, και καπετάνιον είχον τον γνωστόν μοναχόν
Γεράσιμον. Ούτοι όλοι έβγαλαν τα καλογερικά και
ενδύθησαν στρατιωτικά Ελληνικά, έβαλαν
φουστανέλες και εφόρεσαν φέσια, εξάπλωσαν κάτω
τα πλούσια μαλλιά της κεφαλής των, και είχον
οπλισθή κατά τον τρόπον των ατάκτων στρατιωτών».
Οι οπλισμένοι μοναχοί κατέλαβαν τη θέση
Παληάμπελα.
Τότε αρχίζει η μάχη ο Ιμπραήμ επιτίθεται από
παντού με όλες του τις δυνάμεις, για να
αιφνιδιάσει τους αμυνομένους. Σκοπός του ήταν να
προκαλέσει σύγχυση στο αντίπαλο στρατόπεδο και
να εφορμήσει από τη νοτιοανατολική πλευρά της
Μονής, με έδρα επίθεσης τη θέση Ψηλό Σταυρό,
έχοντας εξασφαλίσει τον αποκλεισμό της Μονής από
ενδεχόμενη έλευση συμμαχικών δυνάμεων.
Ουσιαστικά, η μάχη θα κρινόταν από το ποιός θα
υπερίσχυε στο νευραλγικό αυτό σημείο, γιατί το
μοναστήρι, λόγω της τοπογραφίας του και λόγω της
ισχυρής άμυνας, από κάθε άλλη πλευρά ήταν
απόρθητο, πράγμα που γνώριζαν επιτιθέμενοι και
αμυνόμενοι. Η επίθεση των τουρκικών στρατευμάτων
αναπτύσσεται προς δύο κατευθύνσεις με αφετηρία
τον Ψηλό Σταυρό: αφ' ενός προς την Κισσωτή και αφ'
ετέρου προς τη θέση Τρύπιο λιθάρι, απ' όπου θα
είχαν πρόσβαση στα φρούρια πάνω από το μοναστήρι.
Όπως είδαμε, τον πρώτο στόχο υπερασπίζεται ο
Φωτάκος και οι Τούρκοι αντιλαμβάνονται ότι ήταν
αδύνατο να επιτύχουν την κατάληψή του. Σφοδρή
μάχη μαίνεται αντίθετα στο Τρύπιο Λιθάρι. Οι
Έλληνες επωφελούμενοι από το πυκνό δάσος
καθηλώνουν τους αντιπάλους, εμποδίζοντάς τους να
προσεγγίσουν τα δύο φρούρια. Όταν ο Πετμεζάς
συνειδητοποιεί την υπερίσχυση των ελληνικών
δυνάμεων, αποφασίζει αντεπίθεση εναντίον του
εχθρού με σκοπό την κατάληψη του Ψηλού Σταυρού.
Το δύσκολο εγχείρημα αποτολμά με τους Φωτάκο,
Μέλλιο και Σαρδελιανό. Στη σφοδρή αντίσταση που
συναντούν λαβώνεται θανάσιμα ο Σαρδελιανός.
Εξάλλου, 500 ιππείς των τουρκικών δυνάμεων
προσπαθούν να καταλάβουν την Πανηγυρίστρα. Η
αποτυχία τους οφείλεται τόσο στο κανόνι της
Μονής που κάλυπτε τη θέση, όσο και στη σθεναρή
αντίσταση των οχυρωμένων Ελλήνων που
υπεράσπιζαν το λόφο. Οι ιππείς αναγκάστηκαν να
εγκαταλείψουν την επίθεση, περιμένοντας την
επικείμενη κάθοδο του Ιμπραήμ και των στρατιωτών
του, μια κάθοδο που ο αιγύπτιος στρατάρχης δεν
έμελλε να πραγματοποιήσει το ιππικό με απώλειες
αποσύρθηκε άπραγο. Άλλη αποτυχία
γνωρίζουν οι δυνάμεις του Ιμπραήμ, όταν
αποπειρώνται να επιτεθούν εναντίον των Αγίων
Πάντων, νοτιοδυτικά της Μονής. Η αντίσταση των
αμυνομένων τους αναγκάζει σε υποχώρηση.
Στο άλλο και κρισιμότερο μέτωπο προς τον Ψηλό
Σταυρό, η απώλεια του Ανδρέα Σαρδελιανού δεν
κάμπτει τους Έλληνες αντιθέτως, η λυσσαλέα
επέλασή τους δεν είναι δυνατόν να αναχαιτισθεί.
Οι απώλειες των αντιπάλων είναι μεγάλες, πράγμα
που αναγκάζει τον Ιμπραήμ κατά τις απογευματινές
ώρες να παραδεχτεί την αποτυχία του και να
διατάξει υποχώρηση. Εξάλλου, μια ενδεχόμενη
επίθεση δυνάμεων σταλμένων από τον Κολοκοτρώνη
τώρα θα σήμαινε πανωλεθρία για το ήδη
καταβεβλημένο στρατόπεδό του. Οι Τούρκοι
ταπεινωμένοι τρέπονται σε φυγή, ενώ τους
καταδιώκουν οι μέχρι προ τινος αμυνόμενοι
υπερασπιστές του μοναστηριού.
Έτσι διεξήχθη η αποφασιστική μάχη του Μεγάλου
Σπηλαίου. Διήρκεσε από τα χαράματα ως το βράδυ
της 24ης Ιουνίου. Για τις ανδραγαθίες των μοναχών
μας διηγείται πάλι ο Φωτάκος: «Οι καλόγεροι
εσκότωσαν περισσότερους Τούρκους από ημάς.
Εκείνην την ημέραν οι Τούρκοι ησθάνθησαν
καλογερικόν πόλεμον».
Οι απώλειες του Τούρκων ήταν μεγάλες. Κατά τον
Σπηλιάδη, «από τους εχθρούς εφονεύθησαν και
επληγώθησαν πλέον ή τριακόσιοι». Αντίθετα,
από το στρατόπεδο των Ελλήνων μοναδικό θύμα ήταν
ο Ανδρέας Σαρδελιανός, καθώς και κάποιοι ελαφρά
πληγωμένοι.
Οι Έλληνες πολεμιστές, μόλις γύρισαν
θριαμβευτές στη Μονή, έγιναν δεκτοί από τους
μοναχούς και τον άμαχο λαό με κωδωνοκρουσίες.
Κατόπιν εψάλη ευχαριστήριος δοξολογία προς
τιμήν της Θεοτόκου. Κατά την παράδοση, ο
στρατηγός Νικόλαος Πετμεζάς παρακολούθησε
γονυκλινής τη δοξολογία ενώπιον της εικόνας της
Παναγίας, και όταν αυτή τελείωσε, ανεφώνησε: «Παναγιά
μου, εφ' όσον έχουμε εσένα, δεν χρειάζονται τ'
άρματα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου