Το κείμενο αυτό δεν είναι άρθρο.
Μοιάζει περισσότερο με κραυγή απελπισίας και είμαι αναγκασμένη να το γράψω σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ξαναβρώ τον ύπνο μου ύστερα από μια είδηση που με συγκλόνισε. Όλα όσα θα αναφέρω είναι πέρα για πέρα αληθινά όσο και θλιβερά.
Τις τελευταίες μέρες των εορτών βρέθηκα στο χωριό του παππού μου, ένα μικρό χωριουδάκι της Λαμίας με περίπου χίλιους κατοίκους (κατά δική τους ομολογία)....
Κάθε μου επίσκεψη εκεί είναι και μια έκπληξη μιας και αισθάνεσαι όχι απλά ότι είσαι σε άλλη χώρα αλλά ώρες ώρες και σε άλλον πλανήτη. Τόσο διαφέρει από την αντίληψη των Αθηναίων, η αντίληψη των ντόπιων για την κοινωνία , για την πολιτική, για την επικαιρότητα και όπως έμαθα εσχάτως και για την ανθρώπινη ζωή.
Στις σύντομες επισκέψεις μου εκεί γνώρισα μεταξύ των άλλων και έναν άνθρωπο κάπως διαφορετικό. Επρόκειτο για έναν ηλικιωμένο κύριο, τον μοναδικό περιπτερά του χωριού που μου είχε κάνει εντύπωση από την πρώτη στιγμή που τον είδα – παιδί ακόμα- γιατί είχε ένα μάτι.
Τον θυμόμουν και έτσι χάρηκα όταν τον ξανασυνάντησα το περασμένο καλοκαίρι. Σε μια σύντομη πρώτη συζήτηση που είχαμε και του ζήτησα αναπτήρα που δεν είχε και σπίρτα που επίσης δεν είχε μου είχε πει ότι αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα με το περίπτερο τον τελευταίο καιρό λόγω της αβάσταχτης φορολογίας και αδυνατούσε να φέρει εμπόρευμα γιατί έπρεπε να το προπληρώσει -πράγμα αδύνατο. Έτσι και στα πιο ευτελή λειτουργούσε με παραγγελίες… Παρήγγειλα κι εγώ τον αναπτήρα μου και έφυγα προβληματισμένη που στο χωριό όπου όλοι μα όλοι κάθονταν στα καφενεία (οχτώ στον αριθμό) και τσακώνονταν για το αν είναι καλύτερο το ΠΑΣΟΚ ή η ΝΔ (ναι μιλάμε για 8/2013) υπήρχε και ένας άνθρωπος που αντιμετώπιζε πρόβλημα!
Η δεύτερη επίσκεψή μου στο περίπτερο αφορούσε την επιθυμία της αδερφής μου για παγωτό. Φυσικά δεν καλύφθηκε γιατί υπήρχε μόνο ένα το οποίο σήμερα μετανιώνω απίστευτα που δεν αγόρασα. Η μέρα συνέπεσε με τον θάνατο του νεαρού που έσπρωξε ο ελεγκτής από το τρόλεϊ. Την είδηση που ήταν άγνωστη στο χωριό, την άκουσε ο περιπτεράς από την έντονη συζήτηση που είχα στο τηλέφωνο από όπου μου την μετέφεραν φίλοι από την Αθήνα. Η αντίδρασή του σε συνδυασμό με την ένταση της στιγμής με έκανε να μην μπορώ να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Σηκώθηκε τρέμοντας όρθιος με κόπο και είπε φωνάζοντας βουρκωμένος ότι μας κυβερνάν προδότες και τέτοιοι τύποι παίζουν τον ρόλο των ταγματασφαλιτών! Ότι αυτός δεν πολέμησε τους Γερμανούς για να έρθουν τώρα αυτοί να σκοτώνουν τα παιδιά της Ελλάδας και ότι ο λαός πρέπει να τους κρεμάσει στο Σύνταγμα! Για την ακρίβεια είπε ” Να τους κρεμάσουμε στο Σύνταγμα!”… Και είμαι σίγουρη πως αν ήταν 60 χρόνια νεότερος θα το έκανε.
Τον είδα ξανά ένα μήνα μετά, που ξαναπήγα στο χωριό. Ήταν βράδυ και το περίπτερο ήταν κλειστό. Ο ηλικιωμένος κύριος ήταν ξαπλωμένος σε ένα ράντζο έξω από το περίπτερο και κοιμόταν.
Αρχικά σκέφτηκα ότι… ίσως ζεσταινόταν και ποιός ξέρει; Ίσως το συνηθίζουν να κοιμούνται έξω στα χωριά όταν κάνει ζέστη!
Βέβαια… η σκέψη μου ήταν εντελώς ηλίθια και το κατάλαβα όταν παρατήρησα ότι ήταν σκεπασμένος με 2 κουβέρτες άρα δεν ζεσταινόταν! Ναι αλλά τι έκανε τότε στην μέση του πεζοδρομίου; Δεν θέλησα να τον ξυπνήσω- δεν είχα και την οικειότητα! Την επόμενη μέρα το πρωί τον είδα πάλι καθιστό στην συνηθισμένη του θέση δίπλα στο περίπτερο με την παρέα του να τα λένε σε ευχάριστο κλίμα και έμεινα ήσυχη.
Τώρα που ξαναπήγα στο χωριό βρήκα το περίπτερο κλειστό και τον παππού άφαντο.
Ρώτησα κάτι θείους μου -επίσης κατοίκους Αθηνών με σπίτι στο χωριό, τι συνέβη και μου είπαν πως πέθανε.
Στεναχωρήθηκα, θυμήθηκα το ράντζο και τους ρώτησαν αν ξέραν κάτι. Ναι, μου λένε! Έκλεισε το περίπτερο και έχασε το σπίτι του και μην έχοντας τίποτε άλλο κοιμόταν το πεζοδρόμιο έξω ακριβώς από το σπίτι του, δίπλα στο περίπτερο…
Κανείς από ένα ολόκληρο χωριό δεν βρέθηκε να βοηθήσει έναν παππού που είχε εμφανώς ανάγκη. Κανείς, ούτε οι φίλοι του που το πρωί του μίλαγαν σαν να μην τρέχει τίποτα! Ένας άνθρωπος που τον ξέραν όλοι ανεξαιρέτως και του μιλάγανε κάθε μέρα! Του έφτανε το ράντζο και οι 2 κουβέρτες τον Σεπτέμβρη… αλλά τον Νοέμβρη;;;
Δεν ξέρω τι να σκεφτώ. Νιώθω ένοχη και ας μην τον ήξερα τόσο καλά. Γιατί δεν κατάλαβα από την αρχή, ώστε να κάνω κάτι! Από την άλλη δεν ζούσα εκεί ώστε να καταλάβω… 3 φορές τον είχα δει! Παράλληλα όμως νιώθω εξοργισμένη! Εξοργισμένη για όλους αυτούς που ήξεραν και δεν έκαναν τίποτα! Που άφησαν έναν άνθρωπο που πολέμησε τους Γερμανούς να πολεμάει στα 90 του και με το κρύο! Για να είναι σήμερα αυτοί στα καφενεία και να τσακώνονται για το ΠΑΣΟΚ και την ΝΔ…
*Σήμερα, όπως φαίνεται και στην εικόνα, το μόνο που υπάρχει στο περίπτερο είναι μια μεγάλη διαφημιστική αφίσα ενεχυροδανειστηρίου…
Χριστίνα Γεωργίου
Πηγή
Μοιάζει περισσότερο με κραυγή απελπισίας και είμαι αναγκασμένη να το γράψω σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ξαναβρώ τον ύπνο μου ύστερα από μια είδηση που με συγκλόνισε. Όλα όσα θα αναφέρω είναι πέρα για πέρα αληθινά όσο και θλιβερά.
Τις τελευταίες μέρες των εορτών βρέθηκα στο χωριό του παππού μου, ένα μικρό χωριουδάκι της Λαμίας με περίπου χίλιους κατοίκους (κατά δική τους ομολογία)....
Κάθε μου επίσκεψη εκεί είναι και μια έκπληξη μιας και αισθάνεσαι όχι απλά ότι είσαι σε άλλη χώρα αλλά ώρες ώρες και σε άλλον πλανήτη. Τόσο διαφέρει από την αντίληψη των Αθηναίων, η αντίληψη των ντόπιων για την κοινωνία , για την πολιτική, για την επικαιρότητα και όπως έμαθα εσχάτως και για την ανθρώπινη ζωή.
Στις σύντομες επισκέψεις μου εκεί γνώρισα μεταξύ των άλλων και έναν άνθρωπο κάπως διαφορετικό. Επρόκειτο για έναν ηλικιωμένο κύριο, τον μοναδικό περιπτερά του χωριού που μου είχε κάνει εντύπωση από την πρώτη στιγμή που τον είδα – παιδί ακόμα- γιατί είχε ένα μάτι.
Τον θυμόμουν και έτσι χάρηκα όταν τον ξανασυνάντησα το περασμένο καλοκαίρι. Σε μια σύντομη πρώτη συζήτηση που είχαμε και του ζήτησα αναπτήρα που δεν είχε και σπίρτα που επίσης δεν είχε μου είχε πει ότι αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα με το περίπτερο τον τελευταίο καιρό λόγω της αβάσταχτης φορολογίας και αδυνατούσε να φέρει εμπόρευμα γιατί έπρεπε να το προπληρώσει -πράγμα αδύνατο. Έτσι και στα πιο ευτελή λειτουργούσε με παραγγελίες… Παρήγγειλα κι εγώ τον αναπτήρα μου και έφυγα προβληματισμένη που στο χωριό όπου όλοι μα όλοι κάθονταν στα καφενεία (οχτώ στον αριθμό) και τσακώνονταν για το αν είναι καλύτερο το ΠΑΣΟΚ ή η ΝΔ (ναι μιλάμε για 8/2013) υπήρχε και ένας άνθρωπος που αντιμετώπιζε πρόβλημα!
Η δεύτερη επίσκεψή μου στο περίπτερο αφορούσε την επιθυμία της αδερφής μου για παγωτό. Φυσικά δεν καλύφθηκε γιατί υπήρχε μόνο ένα το οποίο σήμερα μετανιώνω απίστευτα που δεν αγόρασα. Η μέρα συνέπεσε με τον θάνατο του νεαρού που έσπρωξε ο ελεγκτής από το τρόλεϊ. Την είδηση που ήταν άγνωστη στο χωριό, την άκουσε ο περιπτεράς από την έντονη συζήτηση που είχα στο τηλέφωνο από όπου μου την μετέφεραν φίλοι από την Αθήνα. Η αντίδρασή του σε συνδυασμό με την ένταση της στιγμής με έκανε να μην μπορώ να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Σηκώθηκε τρέμοντας όρθιος με κόπο και είπε φωνάζοντας βουρκωμένος ότι μας κυβερνάν προδότες και τέτοιοι τύποι παίζουν τον ρόλο των ταγματασφαλιτών! Ότι αυτός δεν πολέμησε τους Γερμανούς για να έρθουν τώρα αυτοί να σκοτώνουν τα παιδιά της Ελλάδας και ότι ο λαός πρέπει να τους κρεμάσει στο Σύνταγμα! Για την ακρίβεια είπε ” Να τους κρεμάσουμε στο Σύνταγμα!”… Και είμαι σίγουρη πως αν ήταν 60 χρόνια νεότερος θα το έκανε.
Τον είδα ξανά ένα μήνα μετά, που ξαναπήγα στο χωριό. Ήταν βράδυ και το περίπτερο ήταν κλειστό. Ο ηλικιωμένος κύριος ήταν ξαπλωμένος σε ένα ράντζο έξω από το περίπτερο και κοιμόταν.
Αρχικά σκέφτηκα ότι… ίσως ζεσταινόταν και ποιός ξέρει; Ίσως το συνηθίζουν να κοιμούνται έξω στα χωριά όταν κάνει ζέστη!
Βέβαια… η σκέψη μου ήταν εντελώς ηλίθια και το κατάλαβα όταν παρατήρησα ότι ήταν σκεπασμένος με 2 κουβέρτες άρα δεν ζεσταινόταν! Ναι αλλά τι έκανε τότε στην μέση του πεζοδρομίου; Δεν θέλησα να τον ξυπνήσω- δεν είχα και την οικειότητα! Την επόμενη μέρα το πρωί τον είδα πάλι καθιστό στην συνηθισμένη του θέση δίπλα στο περίπτερο με την παρέα του να τα λένε σε ευχάριστο κλίμα και έμεινα ήσυχη.
Τώρα που ξαναπήγα στο χωριό βρήκα το περίπτερο κλειστό και τον παππού άφαντο.
Ρώτησα κάτι θείους μου -επίσης κατοίκους Αθηνών με σπίτι στο χωριό, τι συνέβη και μου είπαν πως πέθανε.
Στεναχωρήθηκα, θυμήθηκα το ράντζο και τους ρώτησαν αν ξέραν κάτι. Ναι, μου λένε! Έκλεισε το περίπτερο και έχασε το σπίτι του και μην έχοντας τίποτε άλλο κοιμόταν το πεζοδρόμιο έξω ακριβώς από το σπίτι του, δίπλα στο περίπτερο…
Κανείς από ένα ολόκληρο χωριό δεν βρέθηκε να βοηθήσει έναν παππού που είχε εμφανώς ανάγκη. Κανείς, ούτε οι φίλοι του που το πρωί του μίλαγαν σαν να μην τρέχει τίποτα! Ένας άνθρωπος που τον ξέραν όλοι ανεξαιρέτως και του μιλάγανε κάθε μέρα! Του έφτανε το ράντζο και οι 2 κουβέρτες τον Σεπτέμβρη… αλλά τον Νοέμβρη;;;
Δεν ξέρω τι να σκεφτώ. Νιώθω ένοχη και ας μην τον ήξερα τόσο καλά. Γιατί δεν κατάλαβα από την αρχή, ώστε να κάνω κάτι! Από την άλλη δεν ζούσα εκεί ώστε να καταλάβω… 3 φορές τον είχα δει! Παράλληλα όμως νιώθω εξοργισμένη! Εξοργισμένη για όλους αυτούς που ήξεραν και δεν έκαναν τίποτα! Που άφησαν έναν άνθρωπο που πολέμησε τους Γερμανούς να πολεμάει στα 90 του και με το κρύο! Για να είναι σήμερα αυτοί στα καφενεία και να τσακώνονται για το ΠΑΣΟΚ και την ΝΔ…
*Σήμερα, όπως φαίνεται και στην εικόνα, το μόνο που υπάρχει στο περίπτερο είναι μια μεγάλη διαφημιστική αφίσα ενεχυροδανειστηρίου…
Χριστίνα Γεωργίου
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου