Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2014

Ἀεροπόρος Κώστας Περρῖκος
Ἥρωας στό φρόνημα, ἅγιος στήν ψυχή!(4 Φεβρ.1943)

«Μικρόσωμος κι ἀδύνατος μέ μάτια γαλανά, πάντα γελαστός ὁ ἀεροπόρος Κώστας Περρῖκος»*, πάμφτωχος καί πατέρας τριῶν παιδιῶν, τό 1942 εἶχε ἤδη πέσει μέ τά μοῦτρα στήν ἀντίσταση μέ ἕνα ἀπαράμιλλο καί μερικές φορές παράτολμο θάρρος.

Στήν Άντίσταση ἀνέλαβε ἔργο σαμποτέρ, ἐκπαίδευσε νέους καί ὀργάνωσε ὁμάδα πού κατόρθωσε σημαντικές ἀνατινάξεις, ὅπως ἡ ἀνατίναξη τῆς ΕΣΠΟ. Ἦταν ἡ ὀργάνωση πού σύ- στησαν οἱ γερμανοί κατακτητές -ὅπως καί σέ ἄλλα ὑπό κατοχήν κράτη- γιά νά στρατολογήσουν Ἕλληνες καί νά ἐνισχύσουν τά στρατεύματά τους γιά τήν προέλαση στή Ρωσία....



Μέ τήν ἀνατίναξη πού πέτυχε ἡ ὁμάδα τοῦ Περρίκου ματαιώθηκε μιά γιά πάντα τό σχέδιό τους. Στό ἀνατολικό μέτωπο δίπλα στούς χιτλερικούς βρέθηκαν νά πολεμοῦν Βέλγοι, Ὀλλανδοί, Ἰσπανοί, Σλοβάκοι, Κροάτες, ἀκόμη καί Ρῶσοι ἀλλά κανείς Ἕλληνας.

Τό Νοέμβριο τοῦ 1942 ὁ Περρῖκος συνελήφθη καί τίς παραμονές τοῦ 1943 ἀνακοινώθηκε ἀπό τό γερμανικό Στρατοδικεῖο ἡ καταδίκη του «εἰς θάνατον». Κάποιοι προσπάθησαν νά τόν παρηγορήσουν. «Δέ μέ νοιάζει νά σωθῶ», τούς ἀπάντησε, «γιατί ὁ τουφεκισμός μου θά ὠφελήση. Λίπασμα θά γίνη τό αἷμα μου καί θά γονιμοποιήση τήν Ἑλλάδα. Μήν ἀνησυχῆτε γιά μένα».

Στό κελλί τῆς φυλακῆς κάθε φορά πού ἔφερναν σχεδόν λιπόθυμο μετά τά βασανιστήρια ἕναν πατριώτη, ξεχνώντας τούς δικούς του πόνους, περιποιόταν τίς πληγές του, τοῦ ἔσιαχνε τά ροῦχα, τά μαλλιά. Ἡ ἀνησυχία του ἦταν νά μή λυγίσει κανείς ἀπό τούς δικούς του. Γι’ αὐτό μ’ ἀγωνία ἔπαιρνε τόν μάρτυρα στήν ἀγκαλιά του καί τόν ρωτοῦσε: «Ὁμολόγησες;». Κι ὅταν ἡ ἀπάντηση ἦταν ἀρνητική, τόν φιλοῦσε σάν μητέρα. Ἀλλά ὅταν κανείς λιποψυχοῦσε καί τόν ἄκουγε νά βαρυγγωμᾶ ἀπό τούς πόνους, τοῦ ἔλεγε: «Τί κάνεις ἔτσι; Τό ξύλο δυναμώνει. Σέ λίγο θά περάσουν οἱ πόνοι. Στάσου ἄντρας!», καί τήν ἴδια στιγμή τοῦ ἔβαζε κομπρέσες (βρεμμένο τσουβάλι) γιά νά τόν ἀνακουφίσει.

Ὅταν ἔνιωθε ὅτι βαραίνει τό κλίμα στό κελλί, τούς ἔλεγε ἀστεῖα. «Τό ἰδανικό πού τόν φωτίζει ὁλόκληρο, τόν βοηθεῖ νά ξεπεράση τόν πόνο. Αὐτή ἡ ἀλληλεγγύη ἀνάμεσα στά μέλη τῶν ὁμάδων εἶναι τά διαμάντια τῆς φυλακῆς. Ποιός ξέρει μέ τί ἐσωτερικόν ἀγώνα ὁ Περρῖκος κατάφερνε ν’ ἀστειεύεται καί νά παρηγορῆ ὅλους, χωρίς νά δείχνη τό δικό του δράμα. Στή μαυρίλα τῆς σκλαβιᾶς κάτι τέτοια ὄντα ἔλαμψαν, θαύματα συμπόνιας, λές καί λουλούδιζαν μέσα τους τά λόγια τοῦ Χριστοῦ».

Ἡ ἀπολογία του μετά τήν καταδίκη του κατέπληξε καί τούς ἴδιους τούς δικαστές του: «Εἶμαι Ἕλληνας, ἀξιωματικός. Ὑπερηφανεύομαι γιά τό χτύπημα πού σᾶς ἔδωσα στήν ΕΣΠΟ. Τό ἔκαμα μέ τήν ἰδέα πώς ἔπρεπε νά τό κάνω χάρη τῆς πατρίδας μου. Γιά τό μεγαλεῖο της δίνω τή ζωή μου».

Ξημερώματα τῆς 4ης Φεβρουαρίου 1943, στίς φυλακές ΑΒΕΡΩΦ. Οἱ Γερμανοί μπαίνουν στό κελλί τοῦ Περρίκου καί τόν ξυπνοῦν μέ σπρωξιές. Παρά τούς πόνους τοῦ κακοποιημένου του κορμιοῦ πετάγεται πάνω φωνάζοντας: «Ἕτοιμος!». Μαζί μέ τούς ἄλλους πέντε πού θά ἐκτελεστοῦν σήμερα τούς ὁδηγοῦν σ’ ἕνα δωμάτιο ὅπου ὁ π. Νικόδημος τούς περιμένει. Ἐξομολογοῦνται μέ κατάνυξη καί μεταλαβαίνουν γονατιστοί σάν μάρτυρες… Στό διπλανό κελλί ἀκούγονται ψαλμωδίες. Κάποιος πατριώτης εἶχε ἕνα ἐκκλησιαστικό βιβλίο καί ἔμαθε τούς συντρόφους του νά ψέλνουν. Κάθε φορά πού γίνονται ἐκτελέσεις αὐτοί σιγοψάλλουν τήν Παράκληση στήν Παναγιά. Καί μόνο πού τούς ἀκοῦν οἱ μελλοθάνατοι νιώθουν παρηγοριά καί ἐνίσχυση.

Στό σκοπευτήριο τῆς Καισαριανῆς μόλις ἔχει βγεῖ ὁ ἥλιος νά σεργιανίσει στόν ἀττικό οὐρανό. Στίς 7:00 ἐκτελεῖται ὁ πρῶτος ἀγωνιστής. «Ζήτω ἡ Ἑλλάς!», ρίχνει τή δική του «ριπή» στούς ἐχθρούς πρίν ἠχήσει τό πολυβόλο. Στίς 7:15 ὁ ἑπόμενος κατάδικος «χαστουκίζει» δύο φορές τούς δημίους του: «Ζήτω ἡ Ἑλλάς! Ζήτω ἡ Ἑλλάς!». Στίς 7:30 ἡ σειρά τοῦ Περρίκου. Δέν θέλει ἡ κραυγή του νά ’ναι «ριπή», οὔτε κἄν «χαστούκι» σέ κείνους πού τόν σημαδεύουν.

Θυμᾶται τόν π. Νικόδημο:
- Σέ συγχώρεσε, παιδί μου, ὁ Θεός, μά πρέπει καί σύ νά συγχωρέσεις ὅσους σ’ ἔβλαψαν.

- Καί τούς Γερμανούς;

- Ὅλους, παιδί μου, ὅλους.

Κατέβασε τό κεφάλι, ἀλλά μόνο γιά δευτερόλεπτα. Ἔτσι ὅπως ἔπαιρνε πάντα γρήγορα καί ἀποφασιστικά τό ρίσκο γιά τίς δύσκολες ἀποστολές ἀπάντησε:

- Συγχωρεμένοι νά ’ναι.

Στημένος τώρα στόν τοῖχο, ἔχοντας ἀπέναντί του τούς βασανιστές του, τούς μιλᾶ μία ἄλλη γλῶσσα: «Δέν αἰσθάνομαι τίποτα ἐναντίον σας γιατί ξέρω πώς σᾶς ἔχουν ἀγγαρέψει γι’ αὐτό τό καθῆκον. Καί ἐγώ τό καθῆκον μου ἔκαμα χάρη τῆς Πατρίδας. Εἶμαι ἀξιωματικός τῆς Ἀεροπορίας, ὑποσμηναγός. Σᾶς συγχωρῶ!».

Οἱ τρεῖς γερμανοί ἀξιωματικοί πού ἀκοῦν ἀπό τόν διερμηνέα τά τελευταῖα λόγια τοῦ Κώστα Περρίκου στέκουν προσοχή καί τόν χαιρετοῦν. Ἐκεῖνος τούς ἀντιχαιρετᾶ: «Ζήτω ἡ Ἑλλάς!». Τό «πῦρ» τῶν πολυβόλων ὑπογράμμισε τή θυσία του κι ἔστειλε τήν ἰαχή καί τήν ψυχή του στήν ἀθανασία.

* Στοιχεῖα καί ἀποσπάσματα εἶναι παρμένα ἀπό τό «Χρονικό τῆς σκλαβιᾶς» τοῦ Χρ. Ζαλοκώστα.*

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου